Το νέο τεύχος της ΕΕργΔ (4/2024)
Ο Δημήτρης Ζερδελής εξετάζει την έννοια του χρόνου εργασίας κατά το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, ερευνώντας εγγύτερα υπ’ αυτήν την οπτική, για πρώτη φορά στην ελληνική βιβλιογραφία, το ειδικότερο ζήτημα της εργασιακής ετοιμότητας κατά τα υπηρεσιακά ταξίδια. Στη μελέτη του ο συγγραφέας προσεγγίζει την έννοια του χρόνου εργασίας τόσο από τη σκοπιά των διατάξεων για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων όσο και από τη σκοπιά της αμοιβής. Ο χρόνος εργασίας —επισημαίνει ο συγγραφέας— επιτελεί διάφορες λειτουργίες και ανάλογα με την κάθε λειτουργία μπορεί το περιεχόμενο της έννοιας αυτής να διαφοροποιείται εν μέρει. Από τη σκοπιά της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων ο χρόνος εργασίας είναι έννοια του ενωσιακού δικαίου και αναπτύσσει μια περιοριστική λειτουργία, και μάλιστα υπό την απόλυτη διάστασή της. Αντίθετα, ζητήματα αμοιβής του χρόνου εργασίας δεν ρυθμίζει το ενωσιακό δίκαιο και δεν έχει, άλλωστε, αρμοδιότητα να ρυθμίσει. Αυτά ρυθμίζονται από το εθνικό δίκαιο. Δεδομένου ότι η Οδηγία 2003/88 γνωρίζει δύο μόνον έννοιες αλληλοαποκλειόμενες, τον χρόνο εργασίας και την περίοδο ανάπαυσης, το Δικαστήριο της Ένωσης κλήθηκε, κατόπιν προδικαστικών ερωτημάτων, να εντάξει τις διάφορες μορφές εργασιακής ετοιμότητας που έχουν διαμορφωθεί νομοθετικά ή νομολογιακά στα κράτη-μέλη σε μία από τις δύο αυτές έννοιες, καθόσον tertium non datur. Το Δ.Ε.Ε., υιοθετώντας, στη βάση μιας συστηματικής και τελολογικής μεθόδου, μια ευρεία ερμηνεία της έννοιας του χρόνου εργασίας, χαρακτήρισε αρκετές μορφές ετοιμότητας ως χρόνο εργασίας, με συνέπεια τα χρονικά διαστήματα εργασιακής ετοιμότητας να συνυπολογίζονται για την τήρηση των ελάχιστων περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης και του ανώτατου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας. Η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου επηρεάζει τον χαρακτηρισμό ως χρόνου εργασίας και άλλων χρονικών διαστημάτων ως προς τα οποία υπάρχει αμφισβήτηση, όπως είναι τα υπηρεσιακά ταξίδια, τα οποία εκτελούν οι εργαζόμενοι κατ’ εντολή του εργοδότη χωρίς αυτά να αποτελούν αυτή καθαυτή την κύρια συμβατική υποχρέωσή τους ή να είναι αναγκαία για την εκπλήρωσή της.
Στη συνέχεια ο Σπυρίδων Τσαντίνης πραγματεύεται το ερώτημα αν εφαρμόζεται και στις δίκες των ενδίκων μέσων το άρθρο 260 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., η εμβέλεια του οποίου με τον ν. 4842/2021 επεκτάθηκε και στις περιουσιακές/εργατικές διαφορές και με το οποίο ορίζεται ότι σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης 90 ημερών από τη ματαίωση της αγωγής αυτή διαγράφεται από το πινάκιο, η δε δίκη θεωρείται κατηργημένη. Ο συγγραφέας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η (γενική) παραπομπή των άρθρων 524 παρ. 1 και 573 παρ. 1 δεν καταλαμβάνει το άρθρο 260 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4842/2021, και ως εκ τούτου η ως άνω προθεσμία δεν ισχύει στη δίκη των ενδίκων μέσων.
Ακολούθως η Χαρά Χιόνη-Χότουμαν εξετάζει την ποινική διάταξη που εισήχθη με τον πρόσφατο ν. 5053/2023 με στόχο την «προστασία του δικαιώματος στην εργασία». Πράγματι, με το άρθρο 31 ν. 5053/2023 θεσπίστηκε ένα νέο αυτεπαγγέλτως διωκόμενο ποινικό αδίκημα, το οποίο προβλέπεται πλέον στο άρθρο 93 παρ. 4 του ν. 4808/2021 και αφορά συμπεριφορές οι οποίες μπορούν να λάβουν χώρα κατά τη διάρκεια της απεργίας. Στη μελέτη της η συγγραφέας αναλύει τους τρεις διαφορετικούς τρόπους τέλεσης που περιλήφθηκαν στην παρ. 4 του άρθρου 93 ν. 4808/2021 και αναδεικνύει ορισμένα ερμηνευτικά ζητήματα. Ειδικότερα ερευνά το προστατευόμενο έννομο αγαθό, με παράλληλη εξέταση και σχετικών συμπεριφορών που περιλαμβάνονται σε διατάξεις του Ποινικού Κώδικα. Στη συνέχεια, με δεδομένο ότι πρόκειται για ένα αδίκημα για το οποίο προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι και 5 ετών καθώς και χρηματική ποινή, η συγγραφέας εξετάζει ζητήματα που σχετίζονται με την αναλογικότητα της προβλεπόμενης ποινής. Προς τον σκοπό αυτό γίνεται αναφορά σε αδικήματα που περιλαμβάνονται στον Ποινικό Κώδικα για τα οποία προβλέπεται ανάλογη ποινή. Τέλος, εκφράζεται προβληματισμός για την πρόβλεψη της ίδιας ποινής για όλους τους μερικότερους τρόπους τέλεσης.
Αμέσως μετά ο Δημήτριος Βασιλείου, σχολιάζοντας πρόσφατη σημαντική απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, εξετάζει τα συνταγματικά θεμέλια της προστασίας από την απόλυση. Αφού παραθέτει την εξέλιξη της νομολογίας στο ζήτημα αυτό, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι —μετά και τη σχολιαζόμενη απόφαση— έχει πια παγιωθεί στη νομολογία του Αρείου Πάγου η θέση ότι τα άρθρα 5 παρ. 1, 22 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος εγγυώνται την προστασία του εργαζομένου από την καταχρηστική απόλυση. Παράλληλα όμως επισημαίνει αντιφάσεις και ελλείμματα προστασίας που δεν έχουν αντιμετωπιστεί ακόμη με επιτυχή τρόπο από τον Άρειο Πάγο.
Ακολουθεί, όπως πάντα, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα νομολογία επί διαφόρων σημαντικών θεμάτων εργατικού δικαίου: Αντισυνταγματικές οι μισθολογικές διατάξεις του ν. 4472/2017 που αφορούν τους ιατρούς Ε.Σ.Υ. της πρωτοβάθμιας υγείας, τους επικουρικούς ιατρούς και τους ειδικευόμενους· Μετενέργεια συλλογικών συμβάσεων εργασίας και διαιτητικών αποφάσεων που έχουν κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτικές· Απόλυση συνδικαλιστικού στελέχους· Αποδεικτικά μέσα στη διαδικασία των εργατικών διαφορών· Αποζημίωση και έξοδα κίνησης για την εκτός έδρας παροχή εργασίας του προσωπικού δημοσίων επιχειρήσεων· Μεταβίβαση επιχείρησης διά συγχωνεύσεως και δέσμευση του διάδοχου εργοδότη από την ειδική (ν. 3239/1955) και την επιχειρησιακή (ν. 1876/1990) συλλογική σύμβαση της απορροφηθείσας εταιρείας· Εκδικητική καταγγελία σύμβασης εργασίας και αναίρεση λόγω αντιφατικών και ανεπαρκών αιτιολογιών· Μερική και ολική εξαφάνιση αναιρεθείσας αποφάσεως· Σύμβαση δικαιόχρησης (franchising) και μεταβίβαση επιχείρησης· κ.ά.
Το τεύχος κλείνει με το αναλυτικό Πρόγραμμα του 20ού Πανελλήνιου Συνεδρίου της Ε.Δ.Ε.Κ.Α. με θέμα «Μεταβίβαση και αναδιάρθρωση επιχειρήσεων: Ζητήματα Εργατικού Δίκαιου και Κοινωνικής Ασφάλισης», το οποίο θα διεξαχθεί στα Τρίκαλα στις 13 και 14 Σεπτεμβρίου 2024.
Καλή ανάγνωση!