Νέα / Ειδήσεις

07.10.2024

Tο νέο τεύχος της ΕΕργΔ (6/2024)

Στο νέο τεύχος της ΕΕργΔ (6/2024) που μόλις κυκλοφόρησε:

Ο Άρις Καζάκος εξετάζει την περίπτωση της συγχώνευσης επιχειρήσεων με απορρόφηση ιδίως ως προς το ζήτημα της διατήρησης της ταυτότητας της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης. Προσεγγίζοντας το ζήτημα από τη σκοπιά της οικείας νομοθεσίας της Ένωσης, ο συγγραφέας αναλύει την πάγια νομολογία του Δ.Ε.Ε. όσον αφορά α) την έννοια της ταυτότητας της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης και τη διατήρησή της ως προϋπόθεσης για να υπάρξει διαδοχή εργοδότη, β) το χρονικό σημείο κατά το οποίο κρίνεται η διατήρηση της ταυτότητας, και γ) τη διαφορά της διατήρησης της ταυτότητας από τη διατήρηση της αυτονομίας της. Η ενσωμάτωση της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης στην επιχειρηματική οργάνωση της απορροφώσας και οι οργανωτικές μεταβολές που επέρχονται εξαιτίας αυτής της ενσωμάτωσης —επισημαίνει ο συγγραφέας— δεν ακυρώνουν τη μεταβίβαση. Το χρονικό σημείο κατά το οποίο κρίνεται η διατήρηση της ταυτότητας της επιχείρησης είναι το χρονικό σημείο της συμβατικής μεταβίβασης ή συγχώνευσης της οικονομικής οντότητας για την οποία πρόκειται. Οι όποιες μεταβολές ακολουθούν δεν αναιρούν τη διατήρηση της ταυτότητάς της.

Αμέσως μετά ο Δημήτρης Σιδέρης ασχολείται με την ελευθερία της έκφρασης των εργαζομένων, η οποία κατοχυρώνεται τόσο στην Ε.Σ.Δ.Α. όσο και στο ελληνικό Σύνταγμα. Οι εργασιακές σχέσεις —επισημαίνει ο συγγραφέας—, όπου αναπτύσσονται διαπροσωπικές σχέσεις τόσο μεταξύ των εργαζομένων όσο και με τον εργοδότη, αποτελούν ένα προνομιακό πεδίο στο οποίο εκδηλώνεται ευρέως η ελευθερία της έκφρασης και δοκιμάζονται τα όριά της. Η διατάραξη αυτών των σχέσεων επιδρά αρνητικά στο ήρεμο εργασιακό περιβάλλον, ενώ θα μπορούσε να οδηγήσει και στην οριστική διάρρηξη της σχέσης εργασίας. Είναι σημαντική, επομένως, η κατά το δυνατόν σαφής οριοθέτηση της ελευθερίας της έκφρασης στις εργασιακές σχέσεις, η οποία έχει ιδιάζουσα σημασία και για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, που η σχέση τους με τον εργοδότη συχνά και εξ ορισμού είναι συγκρουσιακή.

Στη συνέχεια η Ελένη Αντωνιάδου προβαίνει σε μια συστηματική αξιολόγηση της συμβατότητας του ελληνικού δικαίου της καταγγελίας με το άρθρο 24 Α.Ε.Κ.Χ. ως προς τις έννομες συνέπειες της αντικειμενικά αδικαιολόγητης απόλυσης. Ειδικότερα, η συγγραφέας ερευνά αν οι ισχύουσες στην έννομη τάξη μας έννομες συνέπειες της ελαττωματικής καταγγελίας, όπως αυτές ήδη προβλέπονται στο άρθρο 66 ν. 4808/2021, συμβαδίζουν με την έννοια της «επαρκούς αποζημίωσης ή άλλης κατάλληλης επανόρθωσης» του άρθρου 24 εδ. β´ Α.Ε.Κ.Χ. Εξετάζοντας το ερώτημα υπό το φως της «νομολογίας» της Ε.Ε.Κ.Δ., η συγγραφέας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ελληνική νομοθεσία είναι αντίθετη στο εδ. β´ του άρθρου 24 Α.Ε.Κ.Χ. Και τούτο τόσο ως προς τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής του μέτρου της επαναπασχόλησης μόνο στις περιπτώσεις των απαγορευμένων από τον νόμο απολύσεων όσο και ως προς τον τρόπο υπολογισμού του ύψους της πρόσθετης αποζημίωσης. Ενόψει της εν λόγω ασυμβατότητας, ο εθνικός δικαστής —προτείνει η συγγραφέας— οφείλει να παραμερίσει το άρθρο 66 παρ. 3 ν. 4808/2021 και, με ευθεία αναγωγή στο εδ. β´ του άρθρου 24 Α.Ε.Κ.Χ. και παράλληλη αξιοποίηση της μεθόδου της in concreto αξιολόγησης της συμβατότητας, να διατάξει, εφόσον τούτο προσήκει, την επαναπασχόληση του εργαζομένου ακόμη και παρά την αντίθετη βούληση του εργοδότη.

Ακολούθως ο Σταύρος Δημητριάδης πραγματεύεται το ζήτημα της ασθένειας του μισθωτού, η οποία εννοιολογικά εντάσσεται στην ανυπαίτια αδυναμία παροχής και ρυθμίζεται ιδιαιτέρως στον Αστικό Κώδικα αλλά και στην εργατική νομοθεσία. Ο διαχωρισμός της ασθένειας από τη χρόνια πάθηση και την αναπηρία —επισημαίνει ο συγγραφέας—  κρίνεται επιβεβλημένος, ενόψει της νομοθετικής απαγόρευσης των διακρίσεων, ενώ ορισμένες φορές μπορεί να συνδέεται με το εργατικό ατύχημα. Η νομολογιακή της προσέγγιση έχει να κάνει κυρίως με την προσήκουσα παροχή της εργασίας, την αναστολή της εργασιακής σχέσης και τις επιπτώσεις στα δικαιώματα του εργαζομένου, όπως αυτό της άδειας, που έχει απασχολήσει κατ’ επανάληψη και το Δ.Ε.Ε. Καίριας σημασίας είναι επίσης η επίδραση της ασθένειας στην υπόσταση της εργασιακής σχέσης, ζήτημα που εκτός της νομοθετικής ρύθμισης έχει απασχολήσει και τα δικαστήρια.

Εν συνεχεία, ο Θανάσης Τραγιάννης, με αφορμή την Α.Π. 1561/2023, εξετάζει το ζήτημα της αντιδικίας για το κύρος της καταγγελίας ως λόγο κλονισμού της εμπιστοσύνης που θα μπορούσε να δικαιολογήσει μια δεύτερη, έγκυρη αυτήν τη φορά, καταγγελία. Στο πλαίσιο αυτό ο συγγραφέας ερευνά ειδικότερα την έννοια της εμπιστοσύνης και προτείνει συγκεκριμένα, διαυγή κριτήρια με βάση τα οποία θα έπρεπε να κρίνεται δικαστικά αν η απόλυση λόγω κλονισμού της εμπιστοσύνης εξαιτίας προηγηθέντος δικαστικού αγώνα είναι καταχρηστική ή μη, ιδίως στις περιπτώσεις που ο εργαζόμενος είναι διευθύνων υπάλληλος.

Ακολουθεί, όπως πάντα, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα νομολογία επί διαφόρων σημαντικών θεμάτων εργατικού δικαίου: Απόλυση λόγω απώλειας της εμπιστοσύνης· Δεύτερη (επικουρική) καταγγελία της σύμβασης εργασίας μισθωτού που κατέχει θέση ευθύνης· Η καταχώριση του απολυομένου στα τηρούμενα για το Ι.Κ.Α. μισθολόγια ως τυπική προϋπόθεση νομιμότητας της καταγγελίας· Επαναπρόσληψη ξενοδοχοϋπαλλήλου: Η δήλωση περί έλλειψης δυνατότητας επαναπρόσληψης λόγω μη επαναλειτουργίας του ξενοδοχείου κατά τη νέα τουριστική περίοδο δεν συνιστά καταγγελία της σύμβασης εργασίας και δεν οφείλεται αποζημίωση.

Καλή ανάγνωση!