Νέα / Ειδήσεις

24.01.2025

Το νέο τεύχος της ΕΕργΔ (9/2024)

Η Βικτωρία Δούκα εξετάζει τα ζητήματα της παραβίασης του Γ.Κ.Π.Δ., της πρόκλησης ζημίας και της αξίωσης αποζημίωσης κατά το άρθρο 82 παρ. 1 Γ.Κ.Π.Δ. Ο Κανονισμός 2016/679 —επισημαίνει η συγγραφέας— αποτελεί, λόγω της νομικής φύσης του, δίκαιο ευθείας και άμεσης εφαρμογής στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Ως εκ τούτου, εκτός άλλων, οι πολίτες των κρατών-μελών αρύονται, αμέσως και ευθέως, δικαιώματα από το άρθρο 82 τούτου, και τα εθνικά δικαστήρια προβαίνουν, αμέσως και ευθέως, σε εφαρμογή του. Συνεπώς, οι κρίσεις του Δ.Ε.Ε. είναι ιδιαίτερα σημαντικές για την ερμηνεία και εφαρμογή τούτου από τα εθνικά δικαστήρια. Στη μελέτη της η συγγραφέας παρουσιάζει συστηματικά τις θέσεις του Δ.Ε.Ε. για την ερμηνεία του άρθρου 82 παρ. 1 στα ειδικότερα θέματα που αφορούν τη «ζημία ως αποτέλεσμα παραβίασης» του Γ.Κ.Π.Δ. και την «αποζημίωση» που οφείλεται βάσει του άρθρου αυτού για την αποκατάστασή της. Το Δ.Ε.Ε. προσδιορίζει την έννοια της «ζημίας» ευρέως, διαμορφώνει την έννοια της «αποζημίωσης» ως πλήρους και ουσιαστικής αποκατάστασης της ζημίας που προκλήθηκε, και υπογραμμίζει ότι η ευθύνη του υπευθύνου επεξεργασίας προς αποζημίωση τεκμαίρεται, αλλά ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να ανατρέψει το τεκμήριο αποδεικνύοντας ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο γεγονός και, συνεπώς, δεν υπέχει ευθύνη προς αποζημίωση.

Στη συνέχεια ο Παναγιώτης Κολοτούρος ερευνά τις δικονομικές συνέπειες της μεταβίβασης επιχείρησης και της εξ αυτής μεταβολής του προσώπου του εργοδότη. Παθητική εις ολόκληρον ενοχή και ειδική διαδοχή στην υποχρέωση αποτελούν —επισημαίνει ο συγγραφέας— έννοιες αμοιβαίως αποκλειόμενες. Γι’ αυτό και το συγκεκριμένο είδος ενοχής δεν εμπίπτει κατά γενική παραδοχή στο πραγματικό των περί ειδικής διαδοχής δικονομικών διατάξεων των άρθρων 225 παρ. 2, 325 αρ 2 και 919 αρ. 1 Κ.Πολ.Δ. Ειδικότερα, το μεν άρθρο 225 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., κατά το οποίο η διαδοχή των προσώπων ως φορέων της επίδικης ουσιαστικής έννομης σχέσης δεν επάγεται αντίστοιχη διαδοχή αυτών και ως φορέων της δικονομικής έννομης σχέσης και διαδικασίας, δεν εφαρμόζεται, διότι ελλείπει η ουσιαστικού δικαίου προϋπόθεση της ειδικής διαδοχής, με συνέπεια ο δικαιοπάροχος να εξακολουθεί τη δίκη που άρχισε πριν από τη μεταβίβαση όχι ως μη δικαιούχος ή μη υπόχρεος διάδικος, νομιμοποιούμενος κατ’ εξαίρεσιν του κανόνα της συνήθους νομιμοποίησης, αλλ’ αντιθέτως ως δικαιούχος ή υπόχρεος διάδικος, νομιμοποιούμενος όπως και πριν σύμφωνα με τον κανόνα της συνήθους νομιμοποίησης. Και ακριβώς επειδή ο δικαιοπάροχος εξακολουθεί τη δίκη ως κατά κανόνα νομιμοποιούμενος δικαιούχος ή υπόχρεος διάδικος, το δεδικασμένο και η εκτελεστότητα της εκδιδόμενης τελεσίδικης απόφασης περιορίζεται μεταξύ αυτού και του αντιδίκου του, χωρίς η απόφαση αυτή να αποτελεί δεδικασμένο και εκτελεστό τίτλο κατά του ειδικού διαδόχου κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 325 αρ. 2 και 919 αρ. 1 Κ.Πολ.Δ. Στη μελέτη του ο συγγραφέας εξετάζει κατά πόσον η γενική αυτή παραδοχή ισχύει και στην περίπτωση της μεταβίβασης επιχείρησης και της εξ αυτής μεταβολής του προσώπου του εργοδότη.

Αμέσως μετά, ο Νικόλαος Γαβαλάς ερευνά το ερώτημα κατά πόσον η περίοδος της άδειας μητρότητας συνυπολογίζεται στον απαιτούμενο για προαγωγή χρόνο. Αφορμή στάθηκε σχετικά πρόσφατη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με την οποία έγινε δεκτό ότι ορθώς η ερωτήσασα Ανεξάρτητη Αρχή δεν συνυπολογίζει ως πραγματική υπηρεσία και εμπειρία το διάστημα της απουσίας των υπαλλήλων της με άδεια μητρότητας, άδεια ανατροφής παιδιού και αναρρωτική άδεια. Ωστόσο —τονίζει ο συγγραφέας—, το Δ.Ε.Κ./Δ.Ε.Ε., με τρεις τουλάχιστον αποφάσεις του, έχει κρίνει επί του ιδίου θέματος ότι μια τέτοια πρακτική είναι αντίθετη στη θεμελιώδη αρχή της ίσης μεταχείρισης των φύλων και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Ειδικότερα, με την πρώτη απόφαση το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι απαγορεύεται εθνική ρύθμιση που στερεί από τις γυναίκες το δικαίωμα προαγωγής τους επειδή απουσίασαν από την επιχείρηση λόγω αδείας μητρότητας. Με τη δεύτερη κρίθηκε ομοίως για γυναίκα η οποία δεν μονιμοποιήθηκε επειδή δεν προσμετρήθηκε στον απαιτούμενο χρόνο η περίοδος της άδειας μητρότητας. Και στην τρίτη πιστοποιείται και πάλι αντίθεση με την αρχή της ίσης μεταχείρισης, επειδή, αν και είχε αναγνωριστεί στη γυναίκα ο χρόνος προϋπηρεσίας της σε προηγούμενο εργοδότη, δεν προσμετρήθηκε για τη μονιμοποίησή της η περίοδος της αδείας μητρότητας. Με δεδομένο το δεσμευτικό και για τη χώρα μας ερμηνευτικό δεδικασμένο της νομολογίας του Δικαστηρίου, ο συγγραφέας διερωτάται: Το Ν.Σ.Κ. αγνοούσε ή απλώς αγνόησε τις προαναφερθείσες αποφάσεις του Δικαστηρίου;

Ακολούθως, ο Κωνσταντίνος Δημαρέλλης, σχολιάζοντας την πολύ σημαντική Α.Π. 830/2024 και αναδεικνύοντας τις κυριότερες σκέψεις της, εξετάζει το ερώτημα ποια είναι η νομική βάση της δικαστικής κρίσης σχετικά με το κύρος συμβατικών ρητρών που τίθενται από τον εργοδότη στο πλαίσιο των ατομικών συμβάσεων εργασίας.

Στη συνέχεια, δημοσιεύεται πρόσφατη απόφαση του Δ.Ε.Ε. με την οποία κρίθηκε ότι ο εργοδότης υποχρεούται να καταγράφει τον πραγματικό χρόνο εργασίας των οικιακών βοηθών.

Ακολουθεί, όπως πάντα, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ελληνική νομολογία: Δικαστικός έλεγχος συμβατικού όρου περί επιστροφής εξόδων εκπαίδευσης· Φιλοδωρήματα ως μισθός· Επαναδιανομή του τυχόν εναπομείναντος υπολοίπου μεταξύ των εργαζομένων· Ερμηνεία κανονιστικών διατάξεων υπέρ του εργαζομένου· Νομική και ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής· Μη καταχρηστική άσκηση μισθολογικών αξιώσεων· Πραγματογνωμοσύνη στον Άρειο Πάγο· Μονομερής προσφυγή στη διαιτησία όταν ρυθμιστέο αντικείμενο είναι ο κανονισμός εργασίας επιχείρησης άνω των 70 εργαζομένων· Έννοια «επιχείρησης δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφελείας» η λειτουργία της οποίας έχει «ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου» και ανήκει «στον κλάδο παροχής υγειονομικών υπηρεσιών»· κ.ά.

Καλή ανάγνωση!